ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΟΥ ΓΙΟΡΤΑΖΕΙ ΣΗΜΕΡΑ 18 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ...

Εξέχουσα μορφή της Χριστιανικής Εκκλησίας, που διακρίθηκε για τους μακροχρόνιους και σκληρούς αγώνες του υπέρ της ορθής πίστης και εναντίον της αίρεσης του Αρειανισμού. Γι’ αυτό τον λόγο ονομάσθηκε από την εκκλησία Μέγας. Η μνήμη του εορτάζεται κάθε χρόνο στις 18 Ιανουαρίου από την Ορθόδοξη Εκκλησία και στις 2 Μαΐου από την Καθολική Εκκλησία. Την ημέρα αυτή η Ορθοδοξία τιμά την ανακομιδή των λειψάνων του.

Στα καθ’ ημάς, ο Άγιος Αθανάσιος είναι πολιούχος Άγιος του Διδυμοτείχου, της Ιστιαίας, της Αμφιλοχίας, της Αμαλιάδας, των Κουφαλίων Θεσσαλονίκης, του Χρυσού Σερρών, της Κυπαρισσίας, του Αδένδρου Θεσσαλονίκης, της Κύμης και της Παιανίας (2 Μαΐου). Τόσο στις 18 Ιανουαρίου όσο και στις 2 Μαΐου γιορτάζουν όσοι και όσες φέρουν τα ονόματα Αθανάσιος και Αθανασία. Ο Άγιος Αθανάσιος είναι γνωστός και με το λαϊκό όνομα «Μαηθανάσης» ή «Μαηθανασάκος», αναλόγως του μεγέθους των ναών που είναι αφιερωμένοι στην μνήμη του και γιορτάζουν στις 2 Μαΐου.

 

Ο Αθανάσιος γεννήθηκε το 295 στην Αλεξάνδρεια από γονείς χριστιανούς. Υπάρχει ένας θρύλος, σύμφωνα με τον οποίο, όταν ήταν ακόμα παιδί, βάφτιζε στην ακρογιαλιά παιδιά ειδωλολατρών, τηρώντας τους ιερούς κανόνες. Ο τοπικός επίσκοπος Αλέξανδρος, γεμάτος θαυμασμός γι' αυτό το αυθόρμητο έργο του νεαρού παιδιού, λέγεται ότι αναγνώρισε ως έγκυρες όλες της βαπτίσεις του. Στη συνέχεια τον πήρε υπό την προστασία του και ανέλαβε τις σπουδές και τη γενική μόρφωσή του. Με τον καιρό, ο Αθανάσιος έγινε γραμματέας του επισκόπου και σε ηλικία 24 ετών χειροτονήθηκε διάκονος.

Όταν άρχισε τη θρησκευτική του δράση, η Αλεξάνδρεια ήταν ανάστατη από τη διδασκαλία του τοπικού πρεσβυτέρου Άρειου, που δίδασκε ότι ο Χριστός δεν ήταν θεός, αλλά κτίσμα του Θεού. Γι’ αυτό το λόγο, ο Μέγας Κωνσταντίνος συγκάλεσε το 325 την Α' Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια της Βιθυνίας. Εκεί δόθηκε η μεγάλη μάχη της Ορθοδοξίας, με πρωταγωνιστή τον Αθανάσιο. Η ρητορική του δεινότητα και η απροσδόκητη μαχητικότητά του προκάλεσε τον θαυμασμό εχθρών και φίλων, με αποτέλεσμα η φήμη του να εξαπλωθεί σε Ανατολή και Δύση. Ο Αθανάσιος έγινε το σύμβολο για τους ορθοδόξους στον αγώνα τους κατά κακοδοξιών του Αρείου και σύμφωνα με τη διδασκαλία του συντάχθηκαν τα πρώτα επτά άρθρα του «Συμβόλου της Πίστεως» («Πιστεύω…»).

Μετά τρία χρόνια, ο επίσκοπος Αλέξανδρος πέθανε, αφού είχε υποδείξει τον Αλέξανδρο ως διάδοχό του. Κλήρος και λαός τον αναγόρευσαν Πατριάρχη Αλεξανδρείας το 328, σε ηλικία 33 ετών. Ο Αθανάσιος συνεχίζει τον αγώνα του κατά του Αρειανισμού, αλλά υψηλά ιστάμενοι οπαδοί του Αρείου κατορθώνουν να τον εξορίσουν. Το 337, μετά τον θάνατο του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ανακλήθηκε από την εξορία του και γύρισε θριαμβευτής στην Αλεξάνδρεια.

 

Όμως, οι εχθροί του δεν είχαν πει την τελευταία λέξη τους. Κατορθώνουν να τον εξορίσουν και πάλι, αλλά το 346 ξαναγύρισε στον πατριαρχικό θρόνο της Αλεξάνδρειας. Εξορίστηκε για τρίτη φορά και κατέφυγε στην έρημο, όπου έζησε με κινδύνους και μεγάλες ταλαιπωρίες έξι ολόκληρα χρόνια. Ο Ιουλιανός τον επανέφερε στην Αλεξάνδρεια, αλλά τον εξόρισε και πάλι, όταν βάφτισε γυναίκες ειδωλολατρών επισήμων. Για πέμπτη φορά εξορίστηκε από τον αυτοκράτορα Ουάλη, αλλά ο ίδιος τον επανέφερε έπειτα από επίμονη απαίτηση του λαού της Αλεξάνδρειας.

Ο Μέγας Αθανάσιος διετέλεσε Πατριάρχης Αλεξανδρείας επί 46 έτη, 16 από τα οποία τα πέρασε στην εξορία, πότε στη Δύση (Ρώμη, Ακηλυία, Νύσσα κλπ) και πότε στην έρημο. Κοιμήθηκε στις 2 Μαΐου του 373, σε ηλικία 78 ετών. Συνέγραψε πολλά έργα, λόγους και επιστολές, για να αντικρούσει τους ειδωλολάτρες και τους αρειανούς. Έγραψε, επίσης, τη βιογραφία του δασκάλου και φίλου του Μεγάλου Αντωνίου. Τμήματα των λειψάνων του βρίσκονται στο ναό του Αγίου Ζαχαρία στη Βενετία και στον Κοπτικό ναό του Αγίου Μάρκου στο Κάιρο.

Απολυτίκιο

Στύλος γέγονας Ορθοδοξίας, θείοις δόγμασιν υποστηρίζων την Εκκλησίαν, ιεράρχα Αθανάσιε, τω γαρ Πατρί τον Υιών ομοιούσιον, ανακηρύξας κατήσχυνας Άρειον. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/774

© SanSimera.gr

Εξέχουσα μορφή της Χριστιανικής Εκκλησίας, που διακρίθηκε για τους μακροχρόνιους και σκληρούς αγώνες του υπέρ της ορθής πίστης και εναντίον της αίρεσης του Αρειανισμού. Γι’ αυτό τον λόγο ονομάσθηκε από την εκκλησία Μέγας. Η μνήμη του εορτάζεται κάθε χρόνο στις 18 Ιανουαρίου από την Ορθόδοξη Εκκλησία και στις 2 Μαΐου από την Καθολική Εκκλησία. Την ημέρα αυτή η Ορθοδοξία τιμά την ανακομιδή των λειψάνων του.

Στα καθ’ ημάς, ο Άγιος Αθανάσιος είναι πολιούχος Άγιος του Διδυμοτείχου, της Ιστιαίας, της Αμφιλοχίας, της Αμαλιάδας, των Κουφαλίων Θεσσαλονίκης, του Χρυσού Σερρών, της Κυπαρισσίας, του Αδένδρου Θεσσαλονίκης, της Κύμης και της Παιανίας (2 Μαΐου). Τόσο στις 18 Ιανουαρίου όσο και στις 2 Μαΐου γιορτάζουν όσοι και όσες φέρουν τα ονόματα Αθανάσιος και Αθανασία. Ο Άγιος Αθανάσιος είναι γνωστός και με το λαϊκό όνομα «Μαηθανάσης» ή «Μαηθανασάκος», αναλόγως του μεγέθους των ναών που είναι αφιερωμένοι στην μνήμη του και γιορτάζουν στις 2 Μαΐου.

 

Ο Αθανάσιος γεννήθηκε το 295 στην Αλεξάνδρεια από γονείς χριστιανούς. Υπάρχει ένας θρύλος, σύμφωνα με τον οποίο, όταν ήταν ακόμα παιδί, βάφτιζε στην ακρογιαλιά παιδιά ειδωλολατρών, τηρώντας τους ιερούς κανόνες. Ο τοπικός επίσκοπος Αλέξανδρος, γεμάτος θαυμασμός γι' αυτό το αυθόρμητο έργο του νεαρού παιδιού, λέγεται ότι αναγνώρισε ως έγκυρες όλες της βαπτίσεις του. Στη συνέχεια τον πήρε υπό την προστασία του και ανέλαβε τις σπουδές και τη γενική μόρφωσή του. Με τον καιρό, ο Αθανάσιος έγινε γραμματέας του επισκόπου και σε ηλικία 24 ετών χειροτονήθηκε διάκονος.

Όταν άρχισε τη θρησκευτική του δράση, η Αλεξάνδρεια ήταν ανάστατη από τη διδασκαλία του τοπικού πρεσβυτέρου Άρειου, που δίδασκε ότι ο Χριστός δεν ήταν θεός, αλλά κτίσμα του Θεού. Γι’ αυτό το λόγο, ο Μέγας Κωνσταντίνος συγκάλεσε το 325 την Α' Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια της Βιθυνίας. Εκεί δόθηκε η μεγάλη μάχη της Ορθοδοξίας, με πρωταγωνιστή τον Αθανάσιο. Η ρητορική του δεινότητα και η απροσδόκητη μαχητικότητά του προκάλεσε τον θαυμασμό εχθρών και φίλων, με αποτέλεσμα η φήμη του να εξαπλωθεί σε Ανατολή και Δύση. Ο Αθανάσιος έγινε το σύμβολο για τους ορθοδόξους στον αγώνα τους κατά κακοδοξιών του Αρείου και σύμφωνα με τη διδασκαλία του συντάχθηκαν τα πρώτα επτά άρθρα του «Συμβόλου της Πίστεως» («Πιστεύω…»).

Μετά τρία χρόνια, ο επίσκοπος Αλέξανδρος πέθανε, αφού είχε υποδείξει τον Αλέξανδρο ως διάδοχό του. Κλήρος και λαός τον αναγόρευσαν Πατριάρχη Αλεξανδρείας το 328, σε ηλικία 33 ετών. Ο Αθανάσιος συνεχίζει τον αγώνα του κατά του Αρειανισμού, αλλά υψηλά ιστάμενοι οπαδοί του Αρείου κατορθώνουν να τον εξορίσουν. Το 337, μετά τον θάνατο του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ανακλήθηκε από την εξορία του και γύρισε θριαμβευτής στην Αλεξάνδρεια.

 

Όμως, οι εχθροί του δεν είχαν πει την τελευταία λέξη τους. Κατορθώνουν να τον εξορίσουν και πάλι, αλλά το 346 ξαναγύρισε στον πατριαρχικό θρόνο της Αλεξάνδρειας. Εξορίστηκε για τρίτη φορά και κατέφυγε στην έρημο, όπου έζησε με κινδύνους και μεγάλες ταλαιπωρίες έξι ολόκληρα χρόνια. Ο Ιουλιανός τον επανέφερε στην Αλεξάνδρεια, αλλά τον εξόρισε και πάλι, όταν βάφτισε γυναίκες ειδωλολατρών επισήμων. Για πέμπτη φορά εξορίστηκε από τον αυτοκράτορα Ουάλη, αλλά ο ίδιος τον επανέφερε έπειτα από επίμονη απαίτηση του λαού της Αλεξάνδρειας.

Ο Μέγας Αθανάσιος διετέλεσε Πατριάρχης Αλεξανδρείας επί 46 έτη, 16 από τα οποία τα πέρασε στην εξορία, πότε στη Δύση (Ρώμη, Ακηλυία, Νύσσα κλπ) και πότε στην έρημο. Κοιμήθηκε στις 2 Μαΐου του 373, σε ηλικία 78 ετών. Συνέγραψε πολλά έργα, λόγους και επιστολές, για να αντικρούσει τους ειδωλολάτρες και τους αρειανούς. Έγραψε, επίσης, τη βιογραφία του δασκάλου και φίλου του Μεγάλου Αντωνίου. Τμήματα των λειψάνων του βρίσκονται στο ναό του Αγίου Ζαχαρία στη Βενετία και στον Κοπτικό ναό του Αγίου Μάρκου στο Κάιρο.

Απολυτίκιο

Στύλος γέγονας Ορθοδοξίας, θείοις δόγμασιν υποστηρίζων την Εκκλησίαν, ιεράρχα Αθανάσιε, τω γαρ Πατρί τον Υιών ομοιούσιον, ανακηρύξας κατήσχυνας Άρειον. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/biographies/774

© SanSimera.gr

Ο άγιος Αθανάσιος, τον οποίο η Εκκλησία προσονόμασε «Μέγαν» για την ξεχωριστή αρετή του, τον αδαμάντινο χαρακτήρα του και τους σθεναρούς αγώνες που διεξήγαγε προς αντιμετώπιση του κινδύνου της Ορθοδοξίας από την αίρεση του αντίχριστου Αρείου, υπήρξε μεγάλη ιστορική μορφή μιας από τις πλέον σημαντικές περιόδους της ανθρωπότητας.

Τότε δηλαδή που η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, διαπιστώνοντας την αδυναμία της να καταπνίξει τον Χριστιανισμό με βάρβαρους διωγμούς, αναγκάστηκε να τον αναγνωρίσει και να στηρίξει σ’ αυτόν την παράταση της ζωής της. Οι λεπτομέρειες της ζωής και του έργου του αγίου Αθανασίου δίνουν μια πολύ παραστατική εικόνα της ταραχώδους εκείνης εποχής...

... κατά την οποία έπνεε τα λοίσθια η αρχαία θρησκεία, η ειδωλολατρία, και θέτονταν τα θεμέλια του κράτους σε νέα θρησκευτική βάση, στη χριστιανική θρησκεία και επιπλέον διεξάγονταν συζητήσεις και συγκαλούνταν τοπικές και οικουμενικές Σύνοδοι για τη διατύπωση των δογμάτων και τη ρύθμιση θεμάτων αφορώντων στην οργάνωση και διοίκηση της Εκκλησίας.

Ο Μέγας Αθανάσιος γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 295 μ.Χ. από Έλληνες χριστιανούς γονείς, οι οποίοι τον γαλούχησαν και τον ανέθρεψαν με τα νάματα της χριστιανικής και ελληνικής παιδείας. Ο Αθανάσιος διακρινόταν, από τη μικρή του ηλικία, για τη μεγάλη ευφυΐα του, την ολόψυχη αγάπη του προς την Εκκλησία και την έφεση για μάθηση.

Μετά τα εγκύκλια γράμματα, πραγματοποίησε ανώτερες θεολογικές και φιλοσοφικές σπουδές στις ακμάζουσες τότε σχολές της Αλεξάνδρειας και μελέτησε εις βάθος την Αγία Γραφή, τους προ αυτού Πατέρες και εκκλησιαστικούς συγγραφείς, καθώς επίσης και τους αρχαίους Έλληνες ποιητές, φιλόσοφους, ρήτορες και ιστορικούς, κυρίως δε τον Όμηρο, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Έτσι κατέστη βαθύς γνώστης της χριστιανικής και της θύραθεν (αρχαιοελληνικής) παιδείας και φιλοσοφίας.

Παράλληλα προς τη γνώση, ο Αθανάσιος καλλιεργούσε και τον ενάρετο βίο και την αγάπη και προσήλωση στον Χριστό, στην Εκκλησία και στην Ορθοδοξία, προς χάριν της οποίας υπέστη ανήκουστους κατατρεγμούς, διώξεις και εξορίες. Η απεριόριστη αγάπη του προς τον Χριστό και την Εκκλησία πιστοποιείται και από τον εξής θρύλο:

Κάποτε, κατά την παιδική του ηλικία, παίζοντας κοντά στη θάλασσα, βάφτισε μερικά παιδιά ειδωλολατρών και, επειδή τήρησε όλους τους κανόνες της σχετικής εκκλησιαστικής τελετής, ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Αλέξανδρος Α’ (313-328) αναγνώρισε ως έγκυρες τις βαπτίσεις αυτές του νεαρού Αθανασίου και τον ανέλαβε υπό την προστασία του, ενδιαφερθείς πολύ για τη μόρφωσή του.

Ο Αθανάσιος ανήκει στις μεγάλες μορφές της Εκκλησίας, όχι τόσο για την εξαίρετη άλλωστε συγγραφική του δράση, όσο κυρίως για τον αδαμάντινο χαρακτήρα του, τη θερμουργό προς την Εκκλησία αγάπη του και την υπέροχη προσωπικότητάτου, όπως ορθά παρατηρεί άλλος μεγάλος πατήρ της Εκκλησίας, ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός, γράφοντας:

«Ο βίος του Αθανασίου κατέστη υπόδειγμα επισκόπου και η διδασκαλία του νόμος ορθοδοξίας, καθόσον ο μεν βίος του ήταν καθοδηγός της διδασκαλίας του, η δε διδασκαλία του ήταν επισφράγιση του βίου του». Το όνομα του Αθανασίου απέβη συνώνυμο της αρετής, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει πάλι ο Γρηγόριος: «Αθανάσιον επαινών, αρετήν επαινέσομαι ταύτόν γαρ εκείνον τε ειπείν και αρετήν επαινέσαι» 

Ο Μέγας Αθανάσιος, στους αγώνες του υπέρ της Ορθοδοξίας, αντιμετώπισε και τους πλέον ισχυρούς αντιπάλους και δεν κάμφθηκε ποτέ μπροστά στους κατατρεγμούς και στις εξορίες. Έτσι, δικαίως χαρακτηρίστηκε ως «ο ηρωικότερος των αγίων και ως ο αγιότερος των ηρώων».

Η Εκκλησία, εκτιμώντας τα κατορθώματά του, τον τοποθέτησε κοντά στους αποστόλους, στους ευαγγελιστές και στους μάρτυρες, στη χορεία των αγίων, και οι πιστοί του απέδιδαν και του αποδίδουν τιμές, τις οποίες αναγνώρισαν και καθιέρωσαν οι επερχόμενες γενεές μέχρι σήμερα.

Δικαίως ο υμνωδός της Εκκλησίας μας, η οποία εορτάζει τη μνήμη του στις 18 Ιανουαρίου και στις 2 Μαίου, γράφει: «Αθανάσιον, και θανόντα, ζην λέγω οι γαρ δίκαιοι ζώσι και τεθνηκότες», δηλαδή: τον Αθανάσιο, αν και πέθανε, τον θεωρώ ζωντανόν, διότι οι δίκαιοι ζουν και μετά τον θάνατο.

Αναρτήθηκε την 18-01-2021/09:27

 

Επικοινωνία